.

.
.

Δευτέρα 30 Ιουνίου 2014

ταξιδια....

τα πιο γλυκα....
τα πιο τρυφερα ταξιδια της ψυχης.....
ειναι εκεινα τα ονειρα που καναμε παιδια...... 

Στο εδώ είναι το παντού.... και στο κάθε τι, τα πάντα.......



Αποσπάσματα από το λογοτεχνικό έργο 
"Η Μοναξιά Είναι Από Χώμα"
της Μάρως Βαμβουνάκη



Στο εδώ είναι το παντού και στο καθετί τα πάντα.
Είμαι ήσυχη και κίνδυνο δεν έχω. Γιατί τον πόνο και τη χαρά αρχίζω να τη δέχομαι με την ίδια ευγνωμοσύνη, το μικρό και το μεγάλο με την ίδια έκπληξη κι όλα τα πλάσματα ν' αποδέχομαι με τον ίδιο σεβασμό, ακόμα κι εμένα.



 Το τίποτα και το όλα αρχίζω να κοιτώ σαν όψεις του ίδιου νομίσματος που δίχως τη μιαν όψη είναι κίβδηλο.

 Έρχεται η ώρα που θα λυτρωθώ από σένα!
Και θα λυτρωθώ από σένα αγαπώντας σε περισσότερο, με της αγάπης το άμετρο μέτρο που είναι η περίσσια.


 Θα σ' αγαπώ τόσο που δεν θα σ' απαιτώ δικό μου.

Να είσαι μόνο καλά εσύ χωρίς να ψάχνομαι πόσο καλά είμαι εγώ
από το καλά σου.


Ακόμα κι αν κοντά σε άλλην είσαι καλά, εγώ πάλι θα χαίρομαι

όπως να ήσουν μαζί μου. Ούτε και γράμματα έχω ανάγκη να σου γράφω πια. 


Υπάρχω μόνο και σ' αγαπώ κι αυτό το σ' αγαπώ μου που δεν έχει ανάγκη καμία, ούτε καν για ανταπόδοση, θα πλημμυρίσει, θα γεμίσει με τον κυματισμό του τον κόσμο όλο, θα έρχεται και σε σένα κι εσύ θα μπορείς όποτε θες να τ' ακούς, φτάνει να το θες.


Σ' αγαπώ κι αγαπώντας σε, σε περιέχω, σε έχω αφού είμαι,
είμαι από σένα και μαζί σου κι όπου κι αν είμαι έρχεσαι.




Είμαστε στο παντού και στο πάντα τώρα που σ' αγάπησα
κι η αγάπη μου μας κάνει αδιαίρετους.


Εσύ καλέ μου μου δίδαξες σκληρά την καταστροφή του να σ' αγαπώ λίγο.
Το λίγο ανοίγει ρωγμές να γλιστρά μέσα ο ακόρεστος εγωϊσμός,
να σ' απαιτεί, να σε διεκδικεί.
Η αγάπη δεν είναι κατά περίσταση, η αγάπη είναι άνευ όρων,
δεν παζαρεύει δούναι και λαβείν, η αγάπη είναι έξοδος
γιατί το εγώ το κάνει εσύ και σε λυτρώνει.

Όχι καλέ μου , εσύ δεν τελειώνεις, το τέλος σου δεν έχει τελειωμό.

Τα πράγματα δεν τελειώνουν έτσι εύκολα όπως το λέμε,
τα πράγματα μεταλλάζονται κι εγώ τώρα μεταλλάζω
τον απάνθρωπο έρωτά μου σ' αγάπη φιλάνθρωπη.


Δε θέλω να μιλώ άλλο για μένα.


Οι λέξεις είναι φυλακή, κατακρατούν τα δεύτερα και τους ξεφεύγει
το κύριο που πετά πέρα σαν ήχος καμπάνας που σε τίποτα δε φυλακίζεται.
Οι λέξεις ταριχεύουν το ζωντανό και δεν το αφήνουν να περπατήσει.



Σ' αγαπώ πια τόσο που δεν σ' έχω ανάγκη.

Σ' αγαπώ τόσο που σ' απαλλάσσω από μένα.
Σ' αγαπώ αληθινά και δε σε φοβάμαι!

Σ' αγαπώ τόσο που το ξεχνώ, όπως ξεχνάμε τα αυτονόητα και τα φυσικά. Σ' αγαπώ τόσο που δεν σε κρίνω και εντελώς σε αποδέχομαι. Γλίτωσα από το μαρτύριο να προσπαθώ συνεχώς να σε διορθώνω.

 Σ' αγαπώ τόσο που δεν σε θέλω. Γιατί δεν θες παρά ότι σου λείπει κι εσύ πια δεν μου λείπεις αφού στης αγάπης τον τόπο δεν χωράει η απόσταση. Σ' αγαπώ κι αγαπώντας σε, σε περιέχω, σε έχω αφού είμαι, είμαι από σένα και μαζί σου κι όπου κι είμαι έρχεσαι.
Αρχίζω να εμπιστεύομαι τη ζωή και να μην έχω αγωνία.
Ζωή δεν είπαμε πως είναι το άλλο όνομα της αλήθειας;

Οι λέξεις είναι ξένα σώματα.
Μ' ενοχλούν.
Μπορώ πια να σωπάσω.



 "Το δικό μου το πολύ πως να χωρέσει στο δικό σου το λίγο! Κι οι δυο μας δυσανασχετούσαμε δικαιολογημένα.

Όμως μέσα σ' αυτό το λίγο σου, σ' αυτό το περιορισμένο σου, είχα την κακοτυχία να διακρίνω σκιές περαστικές που με πυρπόλησαν. Σκιές του απέραντου. Αυτό που δεν έλεγχες, αυτό που δεν γνώριζες, προσπερνούσε από μια σου έκφραση, από μια σου χειρονομία τυχαία και με καθήλωνε. Δεν περιγράφεται η ματιά, η κίνηση, ο ήχος. Ότι κι αν σου πω δεν θα σου μεταδώσω αυτό που μ' έκανε να σε θέλω έτσι. Το απέραντο είναι άπιαστο, απερίγραπτο,ακαθόριστο. Χιλιάδες να λέω εναντίον σου αμέσως θα παραλύσουν μπροστά στη γρήγορη κίνηση του χεριού σου μόλις σηκωθεί για να φτάσει στα χείλη σου και να δαγκώσεις το μικρό σου νυχάκι σμίγοντας τα φρύδια σου να σκέφτεται κάτι δύσκολο. Για μια τέτοια κίνηση, κάποιες ώρες, ένιωθα έτοιμος και τη ζωή μου να δώσω.

Για μια τέτοια κίνηση!

Σαν σινιάλο άλλων κόσμων ερχόταν προς εμένα κι ανέτρεπε όσα σου καταμαρτυρούσα, από κατήγορο με μετέτρεπε σε ζητιάνο σου!

Για μια τέτοια κίνηση!

Να υπάρχω μονάχα, να σ' αγαπώ μονάχα και να μην έχω λόγο κανένα να το δηλώνω, ούτε την παρουσία μου να μη χρειάζεται να δηλώνω πια.


Είμαστε στο παντού και στο πάντα τώρα που σ' αγάπησα κι η αγάπη μου μας κάνει αδιαίρετους. Εσύ καλή μου, μου δίδαξες την καταστροφή του να σ' αγαπώ λίγο. Το λίγο ανοίγει ρωγμές να γλιστρά μέσα ο ακόρεστος εγωισμός, να σε απαιτεί, να σε διεκδικεί, η παρενέργεια του εγωιστικού έρωτα είναι μια: γενική δηλητηρίαση που την αγάπη την αλλοιώνει σε μίσος.
Σου γράφω γιατί σε ποθώ,όπως και σου τηλεφωνούσα κάποτε από πόθο.

‘Οχι για να σου πω και να μου πεις το ένα και τ’ άλλο αλλά για να σ’ αγγίξω με τον ήχο μου και να μ’ αγγίξεις με τον δικό σου,για να κυλιστώ στην ανάσα σου,στο γέλιο σου,μέσα στις σιωπές σου.

Βαθιά στο λαβύρινθο του ακουστικού στο αυτί μου απλωνόταν ξέστρωτη η πιο ηδονική κλίνη.
Ο καιρός καλεί δεν καλείται.Και μόνο το αληθινό δεν έχει καιρό κι είναι παντοτινό…
Τώρα που το σώμα μου έμαθε το σώμα σου, του έγινε νόμος η επαφή μας…
 
Στο χάδι σου το αίμα μου θυμήθηκε την αιτία και τον προορισμό του…
Νιώθω φορτωμένος,ξέχειλος από άχρηστες αποσκευές που μου είχαν καταπνίξει τον ωφέλιμο χώρο.
Πώς ν’ απαλλάξω τη σκέψη μου απ’ τις ερμηνείες των άλλων έτσι που να μη σου λέω “σ’ αγαπώ”,γιατί όσα κάνουμε μιμούνται τις ταινίες, τα διαβάσματα,τα τραγούδια που μας πρωτοδίδαξαν αυτή τη φράση;

Να σου λέω “σ’αγαπώ”,  γιατί ένα αρχέγονο κύμα βγαίνει από βαθιά μου,πρωτοφανές,άγνωστο και λέει έτσι… Ζαλίζομαι πάλι,ξεχνώ όλα τ’ άλλα,τις αποφάσεις μου όλες,απλώνω τα χέρια μου και σε πείσμα όλης της λογικής του κόσμου,όλης της φρόνησης,υπνωτισμένος απ’ τη γιγαντοαφίσα σου ορμώ να σε χαϊδέψω.

Σε πείσμα όλων σε θέλω σα μανιακός και με κυριεύει η παλιά λαχτάρα η πιο επιτακτική κι η πιο επίφοβη:

Καλύτερα χίλιες φορές καλύτερα να απωλεσθώ κοντά σου παρά να σωθώ μακριά σου…


Ο πιο μοναχικός δρόμος είναι αυτός που με παίρνει μακριά σου…


Γι’ αυτό κολλούσα στο τηλέφωνο, γι’ αυτό όλο έβρισκα προφάσεις να σου τηλεφωνώ…


Σε ήθελα τόσο που προσπάθησα να βρω κι άλλη.


Για αντιπερισπασμό στην αβάσταχτη λαχτάρα μου για σένα,να τη μειώσω,να την ανακουφίσω…

Πιο πολύ για να περιορίσω τη φοβερή ανασφάλεια πως, ίσως μ’ αφήσεις και να μετριάσω τον όλεθρο του πιθανού χωρισμού μας με μια ρεζέρβα.

Από ανασφάλεια.’Οπως από παιδί που κουβαλούσα στην σάκα μου
ένα σωρό όμοια στυλό από κάποιον αόριστο πανικό μην τελειώσουν και ξεμείνω στο διαγώνισμα.
‘Ετσι και τώρα ήθελα να μαζέψω πλήθος γυναίκες άλλες, από πανικό μην ξεμείνω από σένα. Και μετά το ‘βλεπα!


 Είναι μες στις συμφορές του έρωτα να σου εξατομικεύει τον άλλον σε βαθμό παράλογο.

Εσύ λοιπόν δεν είχες όμοιό σου όπως τα στυλό.Εσύ δεν είχες ρεζέρβα. Κι απελπιζόμουνα από τον τρόμο μου.


Ο καλύτερος τρόπος ν’ αντιμετωπίσεις τον τρόμο είναι ίσως ν’ αφεθείς στα νύχια του.


Δεν ξέρω δηλαδή κι αν έχεις άλλη επιλογή ν’ ακολουθήσεις…



Περπατώ στην άμμο όπως εσύ περπατούσες πάνω μου. Αφήνω χνάρια πάνω στη σάρκα της και με καίνε τα χνάρια σου στη δικιά μου.

Κανένα κύμα ως τώρα δεν κατάφερε να σε φτάσει, κανένας άνεμος να σε σβήσει…


Ο,τι κι αν σου πω,δε θα μεταδώσω αυτό που μ’ έκανε να σε θέλω έτσι.


Οι ήχοι του έρωτα είναι οι ψιθυρισμοί,όσο χαμηλότεροι τόσο πλησιέστεροι.

‘Ετσι άραγε οδηγούμαστε και στη σιωπή, που λένε πως είναι ο οίκος του απόλυτου;

Τις νύχτες και τους ύπνους σου πίσω απ’ τα κλειστά σου βλέφαρα τους μίσησα.

Με σφαλιχτά τα μάτια,προφυλαγμένη,μπορούσες να ξεγλιστράς εκεί που δεν μπορούσα να σε παρακολουθήσω και με πρόδιδες…


Κι έχει συννεφιά βαριά κι ετοιμάζεται πάλι να βρέξει.
Καταλαβαίνω τώρα τους Κινέζους που αφιερώνουν μια ζωή στο να μάθουν να ζωγραφίζουν μια σταγόνα βροχής ή μια πευκοβελόνα.

Δεν υπάρχει άλλος τρόπος φαίνεται. Δε σου ανοίγεται αλλιώς ο κόσμος…

 Και μόνο για τη θάλασσα δεν κρατιέμαι να μη σου πω, πως σήμερα έχει το χρώμα του λιωμένου μέταλλου.

Πυκνή,παχύρρευστη,με μια μεταλλική δύναμη στα έγκατά της που την αναδεύει αργά.

Νομίζεις πως μπορείς να περπατήσεις πάνω της, χωρίς να βυθιστείς… Και στα σύννεφα,παιδί, έψαχνα να βρω γνώριμα σχήματα,όμως στα σύννεφα τα σχήματα διατηρούνται λίγο, αλλάζουν συνέχεια,με μπερδεύουν.

Το σχήμα του βράχου είναι ακλόνητο. Λαχταρώ το ακλόνητο τώρα, όπως ο ναυαγός τη σανίδα στο αναστατωμένο πέλαγο που τον απειλεί…



Αμέσως μόλις χωρίζαμε το εφιαλτικό παιχνίδι,   με τους δείχτες του ρολογιού μ’ έριχνε σε ασθματικά κυνηγητά.


Οι ώρες,τα λεπτά,τα δευτερόλεπτα σάρκαζαν την ψυχή μου που μακριά σου έτρεχε συνεχώς σε ανάποδη κυλιόμενη κορδέλα.

Να σε προλάβει,να σε συλλάβει,να σε κατακρατήσει και να επαναλάβει μαζί σου εκείνο το θαυμαστό “τώρα” του έρωτα…


 Η πρόγευσή σου μου άναψε φωτιές. Κι όχι μόνο στο κορμί μα και στην ψυχή κι αυτό είναι το δυσκολότερο. Νιώθω ρακένδυτος οδοιπόρος που βγήκα για να ξαναβρώ εκείνο που αστραπιαία μου αποκάλυψε η σχισμή των δικών σου φιλιών...

Δεν έχω πια άλλο σκοπό στη ζωή μου παρά να ξαναζήσω εκείνο το αόριστο κάτι το θελκτικό και παντοδύναμο που ζάλισε τη ζωή μου 
                           και δε μ’ αφήνει να συμβιβαστώ με τίποτα…


Ο καιρός καλεί δεν καλείται. Και μόνο το αληθινό δεν έχει καιρό κι είναι παντοτινό…

Τώρα που το σώμα μου έμαθε το σώμα σου, του έγινε νόμος η επαφή μας…
Στο χάδι σου το αίμα μου θυμήθηκε την αιτία και τον προορισμό του…  Νιώθω φορτωμένος,ξέχειλος από άχρηστες αποσκευές που μου είχαν καταπνίξει τον ωφέλιμο χώρο.


Το ΠΑΘΟΣ που το σώμα σου και το σώμα μου ύφαναν σφιχτά έκανε καλά τη δουλειά του.

Με ηδονή και οδύνη μ’ έκαψε,μ’ έλιωσε και μ’ έχυσε σε καλούπι νέο. Μετά από σένα έχω γίνει άλλος…

Θέλω να κλάψω, θέλω να γυρίσω πίσω, θέλω να σε ξαναβρώ.

Είμαι πιο αδύναμος απ’ αυτό το πούπουλο του κλέφτη, που πετάει στον άνεμο.

Πούπουλο είμαι κι εγώ με άνεμο, τη δικιά σου ανάσα.

Είμαι αδύναμος σαν ερωτευμένος. Είμαι μόνιμο εξάρτημα της ανάγκης για σένα…

Οι στόχοι που διάλεξα υποχωρούν νικημένοι απ’ τον στόχο που με διάλεξε.

Εσύ είσαι ο στόχος που με διάλεξε,η αναπότρεπτη μοίρα μου,η άγρυπνη ματιά στου μυαλού μου το θόλο…

Να σ’ αγγίξω,να σε πιάσω,να σε μυρίσω.

Να μπω στο κρεβάτι σου και στα ζεστά σου σεντόνια,στο κορμί σου που πιάνεται,στο φιλί σου που τρώγεται,στον σπασμό σου που ξεσκίζει τις ιδεοληψίες και τις αράχνες τους…

Μια νύχτα μαζί σου πυκνή όσο ο σπόρος του παγκόσμιου μια ώρα πριν τη γένεσή του.

Μια νύχτα μαζί σου αστραφτερή σαν αστραπή του Ολύμπου.

Μια νύχτα μαζί σου ηδονική σαν τη πτώση απ’ του Παράδεισου

το ξέφωτο στην εξορία του Αδάμ που δεν τελειώνει…

Για μια νύχτα όλα τα παραπετώ,τα καταπατώ,τα περιφρονώ και τα μισώ γιατί είναι μονάχα εμπόδια στην ακράτητη λαχτάρα μου να σ’ αγκαλιάσω.

Βιάζομαι να σε ξαναβρώ όπως το έμβρυο βιάζεται άμα ξεκινήσουν οι ωδίνες να εξωθηθεί απ’ τη μήτρα.

Βιάζομαι να βγω στο φως,φως μου…

‘Οχι λοιπόν δεν γίνεται να τελειώσεις εσύ για μένα,εγώ θα τελειώσω για σένα και πάνω σου.

Σαν ηλεκτρικός λαμπτήρας που θα λάμψει όλη του τη λάμψη και θα καεί.

Αυτός είναι ο ρόλος μου στο σχέδιο του κόσμου,ο μόνος, γι’ αυτό τον αποζητώ έτσι επιτακτικά…

Για μια νύχτα μαζί σου όλα μου τα φουκαριάρικα κατορθώματα εδώ ευχαρίστως τα θυσιάζω.
Υπομονές, πρακτικές, προσευχές, ασκητικές, ησυχασμούς, εγκράτειες, ανακαλύψεις και αποκαλύψεις,  τα βράζω. Χειροπιαστός είναι ο κόσμος μάτια μου.

Χειροπιαστός σαν το γλυκό σου δέρμα και κανείς δε στέκεται πάνω σε νεφέλες,κανείς δεν περπατά πάνω σε νερά…

Κι αν πάλι δε συμφωνήσεις μ’ όλα τούτα,θα πέσω και θα σε ικετέψω, για μια νύχτα άφησέ με να σ’ αποκτήσω ξανά,να ενωθώ μαζί σου κι ύστερα άλλο τίποτα δε θα ζητήσω…

Μια νύχτα έρωτα κι ύστερα ας χαθώ στη σκοτεινιά του τίποτα,του χωρίς εσένα.

Θ’ αναπαυθώ εν ειρήνη μια κι όλα θα τ’ αποκτήσω και θα τα ζήσω σε μια νύχτα…

 
Σ’ αγαπω κι αγαπώντας σε, σε περιέχω,σε έχω αφού είμαι από σένα και μαζί σου κι όπου κι αν είμαι έρχεσαι…

Είμαστε στο παντού και στο πάντα τώρα που σ’ αγάπησα κι η αγάπη μας κάνει αδιαίρετους….
Τι να σου λέω αγάπη μου και τι να σου εξηγήσω τώρα…


Τουλάχιστον μέσα απ’ τα πάθη μου κερδίζω τη σοφία του ‘πως ελάχιστα ξέρω’.

Πως τίποτα δεν ξέρω.

Φαίνεται πως ο πόνος

 είναι η μοναδική πύλη 

που μας περνά 

σ’ αυτή την απελπισμένη και μαζί 

ελπιδοφόρα γνώση που μας 

ταπεινώνει, 

που μας γαληνεύει, 

που χύνει λαδάκι στις πληγές μας.
Δεν είναι εκμηδένιση η ταπείνωση…

 Η εκμηδένιση σε κατεβάζει στο τίποτα 

ενώ η ταπείνωση σ’ ανεβάζει στα παν. 

Πώς να την καταφέρουμε όμως εμείς  
που από έπαρση 

είμαστε χτισμένοι; 

Πώς να την πετύχουμε, 

 πες μου;


περί έρωτος...






Στον έρωτα
μήπως όλες οι φορές που αγαπούμε
 δεν είναι πρώτες;


ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΛΟΥΝΤΕΜΗΣ
 “ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ ΖΩΗ”



ο άνθρωπος είναι...



Ο άνθρωπος είναι 

σαν ένα σκοινί τεντωμένο 

μεταξύ κτήνους και υπερανθρώπου – 

ένα σκοινί πάνω από την άβυσσο.


Φρ. Νίτσε

Φρήντριχ Νίτσε: Θα πίστευα μοναχά σε ένα θεό που ξέρει να χορεύει

Αναφέρεται συχνά ως ένας από τους πρώτους «υπαρξιστές» φιλοσόφους.
Ξεκίνησε σπουδές κλασικής φιλολογίας και θεολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βόννης τις οποίες όμως εγκατέλειψε, καθώς δεν έδωσαν απάντηση στην θρησκευτικές του αμφιβολίες. Στη συνέχεια, σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας, υπό τον καθηγητή Φρήντριχ Βίλχελμ Ριτσλ. Δημοσίευσε τα πρώτα του φιλοσοφικά άρθρα εμπνευσμένος από την επαφή του με τη φιλοσοφία του Σόπενχαουερ. 
Μόλις στα 25 του διορίστηκε καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Βασιλείας. Υπήρξε δριμύτατος επικριτής των κατεστημένων σκέψεων και τάξεων, ιδιαίτερα του Χριστιανισμού. Πληθώρα συγγραμμάτων του γράφτηκαν με οξύ και επιθετικό ύφος, χρησιμοποιώντας ευρέως αφορισμούς. Οι αφορισμοί του είναι δυνατοί, αλλά το σύνολο του έργου του έχει μικρότερη βαρύτητα στις μέρες μας. Οι ιδέες του για τον Υπεράνθρωπο επηρέασαν -μεταξύ άλλων- και τον Χίτλερ.Σπουδαιότερα έργα του: "Τάδε έφη Ζαρατούστρα", " Η Θέληση της Δύναμης", " Η Γέννηση της Τραγωδίας", "Πέραν του Καλού και του Κακού", " Ecce Homo". Πέθανε στις 25 Αυγούστου του 1900, σε ηλικία 56 ετών, από πνευμονία, στην πόλη της Βαϊμάρης από εγκεφαλικό. 
Τα τελευταία 10 χρόνια έπασχε από "παραλυτική ψυχική διαταραχή" (με άλλα λόγια, είχε τρελαθεί).

...... Αποφθέγματα Σοφίας.....



Ό,τι δεν με σκοτώνει με κάνει πιο δυνατό.


Κακός είναι ο άνθρωπος που του αρέσει να ντροπιάζει τους άλλους.


Πρέπει να είσαι ο εαυτός σου και όχι αυτός που θέλουν οι άλλοι.


Από τότε που κουράστηκα να ψάχνω, έμαθα να βρίσκω.
Κι από τότε που ο άνεμος μου εναντιώθηκε, έμαθα να σαλπάρω με όλους τους ανέμους.


Ξεχνάει κανείς τα λάθη του, όταν τα εξομολογείται σε κάποιον άλλον. Ο άλλος, όμως, δεν τα ξεχνάει.


Η αμφιβολία δηλητηριάζει τα πάντα, χωρίς να σκοτώνει τίποτα.


  Η πιο μεγάλη τέχνη είναι να ξέρεις να αποχωρείς την κατάλληλη στιγμή.


«Αγάπα τον πλησίον σου» καταρχήν σημαίνει: «Άφησε τον πλησίον σου στην ησυχία του». Και ακριβώς αυτή η λεπτομέρεια της αρετής συνδέεται με τις μεγαλύτερες δυσκολίες.


Η μοναξιά είναι για το πνεύμα ό,τι η δίαιτα για το σώμα.


Στο μίσος και στον έρωτα η γυναίκα είναι περισσότερο βάρβαρη από τον άντρα.

Αν κοιτάξεις για πολλή ώρα την άβυσσο, στο τέλος και η άβυσσος θα κοιτάξει εσένα.


Η εμμονή του χριστιανισμού να βρίσκει τον κόσμο άσχημο και κακό έχει κάνει τον κόσμο άσχημο και κακό.


Ελευθερία είναι η θέληση να είναι κανείς υπεύθυνος απέναντι στον εαυτό του.


Ένα πράγμα πρέπει να έχει κανείς: Είτε μια ψυχή που είναι εκ φύσεως χαρούμενη είτε μια ψυχή που την κάνει χαρούμενη η δουλειά, η αγάπη, η τέχνη και η γνώση.


Ποιο από τα δύο: Είναι ο άνθρωπος μια από τις γκάφες του Θεού ή ο Θεός μια από τις γκάφες του ανθρώπου;


Αυτός που ζει από τη μάχη με έναν εχθρό, έχει προσωπικό συμφέρον να διατηρήσει τον εχθρό του ζωντανό.


Ο πραγματικός άντρας χρειάζεται δυο πράγματα: κίνδυνο και παιχνίδι. Γι’ αυτό το λόγο χρειάζεται τη γυναίκα, σαν το πιο επικίνδυνο παιχνίδι.


Καλύτερα να χαθείς παρά να μισείς και να φοβάσαι.


Χωρίς μουσική, η ζωή θα ήταν ένα λάθος.


Δεν μπορώ να πιστέψω σε ένα Θεό που θέλει να τον υμνούν όλη την ώρα.


Η ηθική είναι ο πιο αποτελεσματικός μηχανισμός για να σέρνεις την ανθρωπότητα από τη μύτη.


Αυτοί που έχουν ένα «γιατί» για να ζουν, μπορούν να αντέξουν σχεδόν οποιοδήποτε «πώς».  
  

Ελευθερία είναι να μπορείς να έχεις μια κάποια απόσταση από τους άλλους.


Οι σκέψεις είναι οι σκιές των συναισθημάτων μας -πάντοτε σκοτεινότερες, κενότερες και απλούστερες.


Αν δεν θες να χάσεις τα μάτια και το μυαλό σου, να ακολουθείς τον ήλιο περπατώντας στη σκιά.


Το να μη μιλάει κανείς ποτέ για τον εαυτό του είναι μια πολύ εκλεπτυσμένη μορφή υποκρισίας.


Όπου κι αν βρίσκεσαι, σκάβε βαθιά.
Κάτω είναι η πηγή.
Άσε τους σκοταδιστές να φωνάζουν πως «κάτω είναι η κόλαση».


Μου φαίνεται περίεργο που ο Θεός έμαθε Ελληνικά, όταν αποφάσισε να γίνει συγγραφέας, και που δεν τα έμαθε καλύτερα.
(επειδή τα Ευαγγέλια γράφτηκαν σε -γεμάτο λάθη- Ελληνικά)


Η παράνοια σε άτομα είναι σχετικά σπάνια. Όμως σε ομάδες, κόμματα, έθνη και εποχές είναι μάλλον ο κανόνας.


Τα αόρατα νήματα είναι οι πιο ισχυροί δεσμοί.


Μας συναρπάζουν περισσότερο οι ίδιες οι επιθυμίες μας παρά το αντικείμενό τους.


Όποιος δεν φοβάται τον εαυτό του, δεν μπορεί να προκαλέσει φόβο.

Για όσους επιλέγουν τη σκέψη και τη γνώση, δεν υπάρχουν χαρούμενες ζωές.


Ο φανατισμός είναι η μόνη μορφή θέλησης που μπορεί να διαπνέει τους αδύναμους και τους ντροπαλούς.


  Πολιτικός είναι κάποιος που διαιρεί τους ανθρώπους σε δυο τάξεις: σε υποχείρια και σε εχθρούς.


Δύο μεγάλα Ευρωπαϊκά ναρκωτικά: το αλκοόλ και ο Χριστιανισμός


Μια μικρή εκδίκηση είναι πιο ανθρώπινη από καθόλου εκδίκηση.


Ο Ιησούς πέθανε πολύ νωρίς. Αν είχε ζήσει μέχρι την ηλικία μου, θα είχε αποκηρύξει ολόκληρη τη διδασκαλία του.

Το χάος γεννάει την τάξη.


Να είσαι νομοθέτης είναι η πιο εκλεπτυσμένη μορφή τυραννίας.


Λατρεύουμε να είμαστε έξω, μέσα στη φύση, επειδή δεν έχει καμιά άποψη για μας.


Η τάξη είναι αρετή των μετριοτήτων.


Αληθινά, δεν τους μπορώ τους συμπονετικούς, που είναι μακάριοι μέσα στη συμπόνια τους: τους λείπει πάρα πολύ η ντροπή.


  Ο σοφός πρέπει να έχει την ικανότητα όχι μόνο να αγαπά τους εχθρούς του, αλλά και να μισεί τους φίλους του.


Οι ζητιάνοι θα πρέπει να καταργηθούν. Είναι ενοχλητικό να τους ελεείς και είναι εξίσου ενοχλητικό να μην τους ελεείς.


Οι πεποιθήσεις είναι μεγαλύτεροι αντίπαλοι της αλήθειας από τα ψέματα.


Ο άνθρωπος είναι σαν ένα σκοινί τεντωμένο μεταξύ κτήνους και υπερανθρώπου – ένα σκοινί πάνω από την άβυσσο.


 Η μελαγχολία όλων των τελειωμένων πραγμάτων!


 Θα πίστευα μόνο σε ένα Θεό που θα ήξερε να χορεύει.

Τα όνειρα είναι η ρίζα της μεταφυσικής, η πηγή της ιδέας ότι ψυχή και σώμα είναι ξεχωριστά.


Η γυναίκα ήταν η δεύτερη γκάφα του Θεού.


Ο ασθενής είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τον υγιή. Δεν είναι από τον πιο δυνατό που γίνεται η ζημιά σ’ ένα δυνατό άνθρωπό, αλλά από τον πιο αδύναμο.


Η μόνη γόνιμη περιφρόνηση είναι εκείνη που αφορά τον εαυτό μας, γιατί έτσι μπορούμε να τον υπερβούμε και να τον ξαναπλάσουμε.


Μη μένεις κάτω στη γη και μην ανεβαίνεις πολύ ψηλά!
Ωραιότερος φαίνεται ο κόσμος από ένα ύψος στα μισά.


Ο μόνος που μου έμαθε κάτι για την ανθρώπινη ψυχολογία ήταν ο Ντοστογιέφσκι.


Ένας δυνατός και συγκροτημένος άνθρωπος χωνεύει τις εμπειρίες του, τα επιτεύγματα και τα παραπτώματά του, όπως χωνεύει το κρέας, όπου αναγκάζεται να καταπιεί και μερικά σκληρά κομμάτια.


Η λέξη «χριστιανισμός» περιέχει κάποια παρανόηση, γιατί ουσιαστικά υπήρξε μόνο ένας χριστιανός, αλλά κι εκείνος πέθανε πάνω στο σταυρό.


Ο Θεός είναι νεκρός.
(Αλλά: Ο Νίτσε είναι νεκρός. -- [Ο Θεός])


Η ελπίδα είναι το χειρότερο κακό, γιατί παρατείνει τα βάσανα των ανθρώπων.


«Το καλό και το κακό είναι προκαταλήψεις του Θεού» - είπε το φίδι.


Η Ηθική είναι η έκφραση του αγελαίου ενστίκτου στο άτομο.


Αν σου αρέσει η άβυσσος, πρέπει να έχεις φτερά.

Η κοιλιά είναι ο λόγος για τον οποίο ο άνθρωπος δεν νομίζει εύκολα πως είναι θεός.


Η αναγκαιότητα είναι μια ερμηνεία, όχι ένα γεγονός.


Γι’ αυτήν την καινούρια μουσική χρειάζονται και καινούρια αφτιά.


Αυτός που οχυρώνεται κατά της πλήξης, οχυρώνεται απέναντι στον εσωτερικό του εαυτό.


  Στα βουνά, ο πιο κοντινός δρόμος είναι από κορυφή σε κορυφή, αλλά γι αυτό πρέπει να έχεις μεγάλα πόδια. Οι αφορισμοί θα πρέπει να είναι κορυφές, κι εκείνοι που τους χρησιμοποιούν, θα πρέπει να είναι γίγαντες.


Ο λείος πάγος είναι παράδεισος για εκείνους που ξέρουν να χορεύουν.


Ο Πλάτων ήταν βαρετός.


Ένας καλλιτέχνης δεν έχει άλλη πατρίδα στην Ευρώπη εκτός από το Παρίσι.


Ό,τι γίνεται από αγάπη είναι πέρα από το καλό και το κακό.


Πρόσεχε όταν εξορκίζεις τους δαίμονές σου, μην πετάξεις ό,τι πιο καλό έχεις μέσα σου.


Ο κόσμος μπορεί να είναι όσο θέλει σκοτεινός, όμως αρκεί να παρεμβάλουμε ένα κομμάτι ελληνικής ζωής, για να φωτιστεί αμέσως άπλετα.
(από τη «Γέννηση της Φιλοσοφίας»)


Μια τυχαία περιπλάνηση σε ένα άσυλο τρελών πιστοποιεί ότι η πίστη δεν αποδεικνύει τίποτα.


Υπάρχει μια παλιά ψευδαίσθηση: Ονομάζεται Καλό και Κακό.


Δεν υπάρχουν ωραίες επιφάνειες χωρίς ένα τρομακτικό βάθος.


Vivere pericolosamente.
μτφρ: Το ζην επικινδύνως
Στην ιταλική του απόδοση το ρητό υπήρξε μότο των Ιταλών φασιστών


Ποτέ σου μη ζητάς. Παράτα τα κλαψουρίσματα. Παίρνε, σου λέω, πάντα παίρνε.



     
  
   
   
     

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

ανάμεσα στις λέξεις....


....

                                ανάμεσα στις λέξεις ενός στίχου, 

      κλαίει σιωπηλά


το ανείπωτο


           
 - ΤΑΣΟΣ  ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ

Τρίτη 24 Ιουνίου 2014

ο Νίτσε και η θεωρία του υπερανθρώπου...




Γεννήθηκε στη Γερμανία, στις 15 Οκτωβρίου του 1844. Ήταν μόλις πέντε χρόνων, όταν έχασε τον πάστορα πατέρα του. Για να τα βγάλει πέρα, η μητέρα του τον πήρε μαζί με την αδερφή του και μετακόμισαν στης γιαγιάς του, όπου έμενε και κάποια θεία του. Ο μικρός Φρειδερίκος μεγάλωνε όντας το μοναδικό αρσενικό ανάμεσα σε τέσσερις γυναίκες που τον έπνιγαν με την αγάπη και τις φροντίδες τους. Από τότε, αντιπάθησε τις γυναίκες κι αισθανόταν μίσος για την κηδεμονία τους, την οποία όμως θεωρούσε αναγκαία.
Ξέφυγε προσωρινά στα 14, το 1858, όταν γράφτηκε στην ανθρωπιστική σχολή Πφόρτα, όπου βυθίστηκε στη μελέτη των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Συνέχισε με θεολογικές κι έπειτα φιλολογικές σπουδές, πέρασε ένα χρόνο στο πανεπιστήμιο της Βόννης και κατέληξε φοιτητής φιλοσοφίας στο αρχαίο πανεπιστήμιο της Λειψίας. Ήταν 25 χρόνων, στα 1869, όταν ανέλαβε καθηγητής της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας στη Βασιλεία της Ελβετίας.
Στην ελβετική μεγαλούπολη έμεινε έντεκα χρόνια, γνωρίστηκε και συνδέθηκε με τον επαναστάτη μουσουργό Ρίχαρντ Βάγκνερ και τον ιστορικό της Αναγέννησης Ιακώβ Μπόχαρντ, τσακώθηκε με τον πρώτο, συνέχισε να θαυμάζει τον δεύτερο και διεύρυνε τον κύκλο των γνωριμιών του, ενώ παράλληλα ξεκίνησε την τεράστια συγγραφική και φιλοσοφική παραγωγή του.
Οι αντιλήψεις του διατυπώνονταν κυρίως με αφορισμούς και με έντονη ποιητική πνοή. Τάραζαν τα νερά και προκαλούσαν οξύτατες συζητήσεις και κριτικές. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούσε να ανεχθεί ότι υπήρχαν άλλοι που είχαν κύρος κι απολάμβαναν δημοτικότητα, ενώ αυτός όχι. Απομονώθηκε. Κάποιοι έντονοι πονοκέφαλοι του κατέτρωγαν τον χρόνο, ενώ η όρασή του άρχισε προοδευτικά να μειώνεται. Κατάντησε σχεδόν τυφλός.
Στα 1879, εγκατέλειψε την έδρα της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, προσπάθησε να ανοιχτεί στην κοινωνία, γρήγορα απογοητεύτηκε από τους ανθρώπους και ξαναγύρισε στη μοναξιά του μη βρίσκοντας κανέναν άξιο να τον συναναστραφεί. Η υγεία του κάπως καλυτέρευσε την περίοδο 1882 - 1884, αλλ’ ο ίδιος θύμωνε με τον εαυτό του, που ήταν υποχρεωμένος να παίρνει μύριες προφυλάξεις και να μετακινείται κάθε χειμώνα στην παραλία της Νίκαιας και κάθε καλοκαίρι στα ελβετικά υψίπεδα.
Η διετία 1887 - 1888 τον βρήκε να συγγράφει με μανία, αλλά στο τέλος της δεύτερης χρονιάς μια κρίση τον έριξε στο κρεβάτι. Συνήλθε. Το χτύπημα ήρθε το 1889 με μιαν οξύτατη κρίση παραφροσύνης. Μάνα κι αδερφή έσπευσαν να τον μαζέψουν και να τον περιθάλψουν. Για λίγα χρόνια. Μετά, κατέληξε σε μια ψυχιατρική κλινική της Βαϊμάρης, όπου και πέθανε στις 25 Αυγούστου του 1900.

Αυτός ο αδύναμος και ευάλωτος άνθρωπος πίστευε ότι «η ιδέα της θέλησης, της δύναμης και του υπεράνθρωπου έχουν σημασία και όχι οι χριστιανικές αντιλήψεις για την ευσέβεια, την καρτερία και την ισότητα». Στα έργα του, βρίσκουμε επεξεργασμένη κι εμπλουτισμένη τη σπορά των λόγων του Μαξ Στρίνερ που απετέλεσε την κοινή αφετηρία τόσο του αναρχισμού όσο και του ανηθικισμού και της φιλοσοφίας του υπεράνθρωπου. Ο Στρίνερ είχε πει:
«Αν το Κράτος είναι μια κοινωνία ανθρώπων και όχι μια συνάθροιση από Εγώ, τότε το Κράτος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την ηθική, πάνω στην οποία πρέπει να στηρίζεται. Γι’ αυτό, το Κράτος και Εγώ είμαστε εχθροί».
Ο Νίτσε το ερμήνευσε:
«Το κράτος οργανώθηκε όταν μια νικήτρια φυλή δημιούργησε καθεστώς τρομερής καταπίεσης του νικημένου λαού, πολυπληθέστερου αλλά ανοργάνωτου. Τα ένστικτα των υποταγμένων κατέληξαν σε εσωστρέφεια. Η δύναμη της ενέργειας και ο πόθος για δύναμη στράφηκαν ενάντια στον ίδιο τον άνθρωπο. Εμφανίστηκαν έτσι νέα ιδανικά: η απάρνηση του εγώ, ο αλτρουισμός. Η τάση του αλτρουισμού είναι δείγμα ενστίκτου σκληρότητας και οι τύψεις πόθος για βασανιστήρια. Οι άνθρωποι πίστεψαν ότι η ενοχή τους ήταν οφειλή προς τους προγόνους. Οφειλή που έπρεπε να την αναγνωρίσουν με τη θυσία της υποταγής. Αυτός ο φόβος για τους προγόνους βρίσκεται μεταμορφωμένος στον θεό. Γι’ αυτό η θρησκεία, και κυρίως ο χριστιανισμός, είναι πληγή για την ανθρωπότητα».
Με όλα αυτά, ο Νίτσε βρέθηκε να εκπροσωπεί τον αχαλίνωτο ατομικισμό και να γίνει η ιδεολογική σημαία των καπιταλιστών, την περίοδο της ανόδου των πλουσίων του χρήματος. Και πάνω στις απόψεις του για τον υπεράνθρωπο θέλησαν να χτίσουν οι ναζί θεωρητικοί της υπεροχής της άριας φυλής. Όμως, οι θέσεις του Νίτσε για τον υπεράνθρωπο ανήκουν στην τρίτη ομάδα του έργου του και δεν μπορούν να αποκοπούν από τις προηγούμενες δύο. Πολύ περισσότερο, που αναπτύχθηκαν παράλληλα και δεν αποτελούν παραγωγή ξεχωριστών χρονολογικών περιόδων.
Η πρώτη ομάδα έχει ως βάση την ιστορία με σπουδαιότερο έργο τη «Γέννηση της τραγωδίας» (1872) και όχι κατώτερο το «Ασύγχρονοι στοχασμοί» (1873 - 1876). Στο πρώτο, θεμελιώνει τα στοιχεία «διονυσιακό» και «απολλώνειο». Ο Απόλλωνας είναι το όνειρο. Ο Διόνυσος η ίδια η ζωή, ένας κόσμος τρόμου και έκστασης στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής. Στο δεύτερο καταγγέλλει ότι η ζωή νοσεί εξαιτίας της απρόσωπης εργασίας και της ψευτοοικονομίας. Ο σκοπός, που δεν είναι άλλος από τη μόρφωση, δεν πετυχαίνεται, καθώς η νεότερη επιστημονική δραστηριότητα ουσιαστικά εκβαρβαρίζει. Η ιστορική εκπαίδευση εμποδίζει την πρόοδο, όπως οι δεμένες στα πόδια αλυσίδες εμποδίζουν το βάδισμα. Κι αυτό, επειδή η ιστορία χρησιμοποιείται ως παράδειγμα αξεπέραστων επιτευγμάτων, ενώ σκοπός της είναι η δημιουργία ισχυρών ανθρώπων που επιδρούν πιο πολύ με την προσωπικότητά τους παρά με τα έργα τους. Το πλήθος και η μάζα υπάρχουν μόνο ως υλικό για να παραχθούν οι δυνατοί.
Στη ζωή, λέει ο Νίτσε, υπάρχουν οι δυνατοί και οι υποταγμένοι. Το κράτος αδυνατεί να εξυπηρετήσει τα ανώτερα άτομα. Μόνον εκεί που τελειώνει το κράτος, αρχίζει να υπάρχει ο μη άχρηστος άνθρωπος που είναι η γέφυρα η οποία οδηγεί στον ανώτερο άνθρωπο.
Η δεύτερη ομάδα έχει ως βάση τον «νόμο του κύκλου» και εκπροσωπείται κυρίως από το έργο «Χαρωπή επιστήμη» (1882). Σ’ αυτήν αναπτύσσεται η ιδέα της ρυθμικής εξέλιξης, της ανακύκλωσης των πάντων και της αιώνιας επανάληψης. Στην ομάδα αυτή ανήκουν και τα έργα «Ανθρώπινα, πάρα πολύ ανθρώπινα» (1878 - 1880), «Ηώς» (1881), «Πέρα από το καλό και από το κακό» (1886) και «Γενεαλογία της ηθικής» (1887).
Η τρίτη ομάδα χτίζει τον υπεράνθρωπο. Εκπροσωπείται από το κορυφαίο έργο του «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» (1883) αλλά και τον «Αντίχριστο» και το «Ίδε ο άνθρωπος». Η δύναμη, η υγεία και η ευτυχία αναδεικνύονται τα ανώτερα αγαθά. Η διάκριση των αγαθών και των πράξεων είναι προϊόν ηθικού εκμαυλισμού. Ο άνθρωπος πρέπει να επιστρέψει στην αρχέγονη κατάσταση, όπου αρετή είναι η δύναμη. Πρέπει να καλλιεργηθεί το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και να εξυψωθεί σε συντριπτική δύναμη, ώστε το άτομο να εξελιχθεί σε υπεράνθρωπο. Σε μια κοινωνία χωρίς αδυνάτους.
Αυτό το τελευταίο είναι που παραποίησαν, όσοι θέλησαν να προσδώσουν φιλοσοφικό υπόβαθρο της ιδεολογίας της αρπαχτής. Το μετέτρεψαν στη φράση:
«Καταστρέψτε τους αδυνάτους». Ζωή είναι η εκμετάλλευση και η καταστροφή!

Vladimir Volegov Πινακες, λάδι σε καμβά